προδιίστημι

προδιίστημι
προδι-ίστημι,
A dilate previously, Antyll. ap. Orib.6.10.14:— [voice] Pass., Sor.1.65.
II [voice] Pass., fall into discord beforehand,

πρό τινος J.BJ4.3.2

.
III [tense] pf. part. [voice] Pass.

-διεσταμένος

fixed, determined beforehand,

PRein.7.11

(ii B.C.).

Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Look at other dictionaries:

  • προδιίστημι — Α 1. εκτείνω, διαστέλλω προηγουμένως 2. παθ. προδιίσταμαι α) σπέρνω τη διχόνοια («προδιέστη τὸ κατά χώραν πλῆθος», Ιώσ.) β) διίσταμαι, διαφωνώ 3. (η μτχ. παθ. παρακμ. ως ουσ.) προδιεστάμενος, ένη, ον αυτός που έχει καθοριστεί, που έχει… …   Dictionary of Greek

  • ίστημι — ἵστημι (ΑΜ) 1. τοποθετώ όρθιο κάτι, στήνω («ἔγχος μέν ῥ ἔστησε φέρων πρὸς κίονα» Ομ. Ιλ.) 2. (για ανδριάντες, οικοδομές, τρόπαια) ιδρύω, εγείρω («ἔστησε τρόπαια») μσν. (το μέσ.) ἵσταμαι 1. είμαι όρθιος, στέκομαι 2. (για οικοδομήματα) υψώνομαι,… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”